Τρίτη 28 Φεβρουαρίου 2012

Αποκλειστικά μέσω τράπεζας οι αμοιβές δικηγόρων

Οι αποδείξεις παροχής υπηρεσιών που εκδίδονται από δικηγόρους για παροχή υπηρεσιών σε ιδιώτες εξοφλούνται από τους ιδιώτες αποκλειστικά μέσω τραπέζης με χρεωστικές ή πιστωτικές κάρτες ή μέσω τραπεζικού λογαριασμού ή με επιταγές, όταν το ποσό της συναλλαγής υπερβαίνει το ποσό των 3.000 ευρώ για το έτος 2011 ή το ποσόν των 1.500 ευρώ μετά από την 1η Ιανουαρίου 2012.
Αυτό γνωστοποιήθηκε αρμοδίως με την υπ' αριθμ. ΠΟΛ. 1046/21.2.2012 εγκύκλιο του υπουργείου Οικονομικών, με την οποία δόθηκαν οι κατωτέρω διευκρινίσεις όσον αφορά στην εφαρμογή του Κώδικα Βιβλίων και Στοιχείων ΚΒΣ στους δικηγόρους:
1. Εχει διευκρινιστεί (εγκύκλιος ΠΟΛ. 1026/26.1.2012) ότι όταν για τη διενέργεια δικονομικών πράξεων ή την παράσταση του δικηγόρου σε συμβολαιογραφική πράξη απαιτείται η έκδοση γραμματίου προκαταβολής από τον οικείο δικηγορικό σύλλογο, δεν εκδίδεται άμεσα απόδειξη παροχής υπηρεσιών με την έκδοση του γραμματίου προκαταβολής.
Τα ανωτέρω, όπως είναι αυτονόητο, δεν αναιρούν την υποχρέωση των δικηγόρων να εκδίδουν τις αποδείξεις παροχής υπηρεσιών στον προβλεπόμενο από τις διατάξεις του ΚΒΣ χρόνο για τις δικαιούμενες αμοιβές από την παροχή των υπηρεσιών τους.
2. Περαιτέρω με την παράγραφο 4 του κεφαλαίου Β' (ΚΒΣ) της εγκυκλίου ΠΟΛ. 1026/26.1.2012 αναφέρεται ότι στις περιπτώσεις επαγγελματικών συναλλαγών, όταν η ακαθάριστη αμοιβή του δικηγόρου υπερβαίνει το ποσό των 3.000 ευρώ, η εξόφληση του ποσού αυτού από το λήπτη της ΑΠΥ γίνεται μέσω τραπεζικού λογαριασμού ή με επιταγή. Ακόμη οι αποδείξεις παροχής υπηρεσιών που εκδίδονται από δικηγόρους για παροχή υπηρεσιών σε ιδιώτες εξοφλούνται από τους λήπτες αυτών (ιδιώτες) αποκλειστικά μέσω τραπέζης, με χρεωστικές ή πιστωτικές κάρτες του λήπτη των υπηρεσιών ή μέσω τραπεζικού λογαριασμού ή με επιταγές, όταν το ποσό της συναλλαγής υπερβαίνει το ποσό των τριών χιλιάδων (3.000) ευρώ για το έτος 2011 ή το ποσόν των χιλίων πεντακοσίων (1.500) ευρώ από 1.1.2012 και εξής (σχετ. ΑΥΟ ΠΟΛ. 1027/9.2.2011).
Στις ανωτέρω περιπτώσεις εξόφλησης των συναλλαγών εξυπακούεται ότι ως αξία της συναλλαγής νοείται η συνολική αμοιβή του δικηγόρου συμπεριλαμβανομένου του ΦΠΑ

Δευτέρα 27 Φεβρουαρίου 2012

Απόφαση του Δικαστηρίου στην Υπόθεση της ελληνικής συμβολαιογραφίας, C-61/08 Επιτροπή κατά Ελληνικής Δημοκρατίας

Με την απόφασή του στην υπόθεση C-61/08 το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης έκρινε ότι η Ελληνική Δημοκρατία, διατηρώντας στη νομοθεσία της την προϋπόθεση ελληνικής ιθαγένειας για την πρόσβαση στο επάγγελμα του συμβολαιογράφου, παρέβη τις υποχρεώσεις της εκ του άρθρου 49 ΣΛΕΕ, το οποίο καθιερώνει την ελευθερία εγκαταστάσεως. Αντίθετα, το Δικαστήριο απέρριψε την αιτίαση της Επιτροπής περί πλημμελούς μεταφοράς της οδηγίας 89/48 όσον αφορά το συμβολαιογραφικό επάγγελμα.

Ειδικότερα, αν και το Δικαστήριο έκρινε ότι ο συμβολαιογράφος δεν ασκεί δημόσια εξουσία, δέχθηκε ότι μπορούν να δικαιολογηθούν περιορισμοί στην ελευθερία εγκατάστασης, όπως οι διαδικασίες διορισμού συμβολαιογράφων, ο περιορισμένος αριθμός των θέσεών τους, οι κατά τόπον αρμοδιότητές τους, το καθεστώς που διέπει τις αμοιβές τους, η ανεξαρτησία τους, τα ασυμβίβαστα και ο αποκλεισμός της δυνατότητας επαγγελματικής μετακινήσεώς τους, εφόσον οι περιορισμοί αυτοί είναι πρόσφοροι και αναγκαίοι για την εκπλήρωση των σκοπών της τήρησης της νομιμότητας και της ασφάλειας δικαίου. Εκ της ανωτέρω κρίσεως προκύπτει ότι τα κράτη μέλη μπορούν να θέτουν όρους και προϋποθέσεις για την πρόσβαση στο συμβολαιογραφικό επάγγελμα, στο πλαίσιο της αρχής της αναλογικότητας. Συνεπώς, η κρίση του Δικαστηρίου ότι οι συμβολαιογράφοι δεν ασκούν δημόσια εξουσία μειώνεται σημαντικά στην πράξη.

Συνεπώς, η απόφαση του Δικαστηρίου δεν αφορά τη θέση και την οργάνωση του συμβολαιογραφικού επαγγέλματος στην ελληνική έννομη τάξη ούτε τις λοιπές, πλην της σχετικής με την ιθαγένεια, προϋποθέσεις προσβάσεως στο εν λόγω επάγγελμα. Επίσης, η απόφαση αφορά μόνο την ελευθερία εγκατάστασης και όχι την εφαρμογή των διατάξεων περί ελεύθερης παροχής υπηρεσιών ούτε περί ελεύθερης κυκλοφορίας εργαζομένων. Επομένως, τα ζητήματα αυτά ουδόλως καλύπτονται από το δεδικασμένο.